ελληνικά λεξικό: Π: πολλά

Hello-World

ελληνικά λεξικό: Π: πολλά

Π: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

πολλά

Ένα πολυκατάστημα διεθέτει πολλά καταστήματα που όλα βρίσκονται σε ένα κτίριο.

Η Μαρία είναι απρόσεκτη. Κάνει πολλά λάθη στην δουλειά της.

Κάτι που κοστίζε πολλά χρήματα είναι ακριβό. Ένα μερσεντές Μπενζ είναι πολύ ακριβό.