ελληνικά λεξικό: Μ: μέσα

Hello-World

ελληνικά λεξικό: Μ: μέσα

Μ: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

μέσα

Μπήκε μέσα στον ασανσέρ την στιγμή που έβγαινε η μητέρα μου.

Θα σου δείξω: Βάλε το χαρτί μέσα στον φάκελο έτσι όπως σου έδειξα.

Υπάρχουν τέσσερα άτομα μέσα σε αυτό το αυτοκίνητο: ένας οδηγός και τρεις επιβάτες.

Σε τροπικά κλίματα τα σπίτια δεν έχουν θέρμανση; δεν χρειάζονται την θέρμανση μέσα στο σπίτι.

Παρακαλώ κρέμασε το σακάκι σου μέσα στο ντουλάπι, όχι πάνω στην καρέκλα.