ελληνικά λεξικό: Δ: δεν

Hello-World

ελληνικά λεξικό: Δ: δεν

Δ: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

δεν

Η Κατερίνα δεν μπορεί να φθάσει το βιβλίο γιατί είναι πολύ κοντή.

Αυτό το βιβλίο είναι πολύ ενδιαφέρον. Δεν μπορώ να σταματήσω να διαβάζω.

Συνήθως δεν τρώω πρόγευμα, αλλά σήμερα είχα φρυγανιά με καφέ.

Ο Κύρος είναι χορτοφάγος. Δεν τρώει κρέας.

Αυτή η καρέκλα είναι πολύ στενή και σκληρή. Δεν είναι αναπαυτική.